Πέμπτη 23 Αυγούστου 2012
Πέντε παραδείγματα πολιτικής ανυπακοής που έγραψαν ιστορία
1. Η «πορεία του άλατος»
Η προκλητική αδιαφορία του Γκάντι (Gandhi) για τους βρετανικούς αποικιακούς νόμους περί μονοπωλίου στην πώληση άλατος, που ξεκίνησε τον Μάρτιο του 1930, πυροδότησε ένα κύμα πολιτικής ανυπακοής που συνέβαλε πολύ στην ανεξαρτητοποίηση από την Βρετανική Αυτοκρατορία. Οι νόμοι περί άλατος φορολογούσαν το ινδικό αλάτι, ούτως ώστε η Ινδία να εξαναγκάζεται να εισαγάγει αλάτι από την Βρετανία. Ο Γκάντι και οι οπαδοί του ξεκίνησαν μια μακρά και μαχητική πορεία με σκοπό να παράγουν αλάτι και να το μεταφέρουν στο εσωτερικό της χώρας, χωρίς να καταβάλουν φόρους. Οι Βρετανοί κατέστειλαν άγρια την πορεία, συνέλαβαν δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές και αρνήθηκαν να κάνουν την παραμικρή παραχώρηση. Η επιτυχία της πορείας επίσης περιορίστηκε από το ότι απέτυχε να κερδίσει την υποστήριξη των μουσουλμάνων.
Μολοταύτα, η πορεία είχε μακροπρόθεσμα οφέλη που υπερακόντισαν την αποτυχία της να πετύχει τους άμεσους στόχους της:
Κατ’ αρχήν ενέπνευσε όσους έλαβαν μέρος, καθώς οι περισσότεροι ανάμεσά τους δεν είχαν λάβει ξανά μέρος σε οργανωμένο πολιτικό αγώνα.
Δεύτερον, έκανε γνωστό στον υπόλοιπο κόσμο πως οι μάζες των Ινδών είναι σημαντική πολιτική δύναμη και οι βρετανικές αποικιακές αρχές ήταν υποχρεωμένες να συνδιαλλαγούν με τον ηγέτη τους.
Τρίτον, προκάλεσε περαιτέρω κύματα πολιτικής ανυπακοής.
Τέλος η «πορεία του άλατος» επηρέασε φοβερά την σκέψη και την στρατηγική κι άλλων ηγετών, σαν τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ (Martin Luther King).
Κατ’ αρχήν ενέπνευσε όσους έλαβαν μέρος, καθώς οι περισσότεροι ανάμεσά τους δεν είχαν λάβει ξανά μέρος σε οργανωμένο πολιτικό αγώνα.
Δεύτερον, έκανε γνωστό στον υπόλοιπο κόσμο πως οι μάζες των Ινδών είναι σημαντική πολιτική δύναμη και οι βρετανικές αποικιακές αρχές ήταν υποχρεωμένες να συνδιαλλαγούν με τον ηγέτη τους.
Τρίτον, προκάλεσε περαιτέρω κύματα πολιτικής ανυπακοής.
Τέλος η «πορεία του άλατος» επηρέασε φοβερά την σκέψη και την στρατηγική κι άλλων ηγετών, σαν τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ (Martin Luther King).
2. Ο αγώνας των ακτημόνων της Εξτρεμαδούρα
Η αναδιανομή της αγροτικής γης ήταν μια από τις προτεραιότητες στην Ισπανία κατά την διάρκεια της ισπανικής αβασίλευτης δημοκρατίας. Η υψηλή ανεργία που μάστιζε την ύπαιθρο είχε συμβάλει καθοριστικά στην εκλογική νίκη του αριστερού «λαϊκού μετώπου» (FP). Εν όψει των εκλογών του 1936, οι υποψήφιοι του FP στην Εξτρεμαδούρα είχαν υποσχεθεί τάχιστη εφαρμογή της αγροτικής μεταρρύθμισης. Αντί λοιπόν να περιμένουν από την κυβέρνηση να εκπληρώσει τις υποσχέσεις της, αμέσως μετά τις εκλογές ακτήμονες αγρότες άρχισαν να καταλαμβάνουν μεγάλες αγροτικές εκτάσεις, ξεκινώντας από 3,000 περίπου αγροκτήματα στην περιοχή Μπανταγιόζ. Ευρισκόμενη αντιμέτωπη με την λαϊκή κινητοποίηση, η κυβέρνηση νομιμοποίησε τις καταλήψεις αυτές. Εκατοντάδες χιλιάδες αγρότες εγκαταστάθηκαν στις νέες τους περιουσίες.
Αλλά το διακύβευμα δεν αφορούσε μόνο την κατοχή της γης. Εξίσου σημαντική ήταν η συζήτηση περί της τύχης των κατασχεμένων χωραφιών, αν δηλαδή έπρεπε να κολεκτιβοποιηθούν ή να αποδοθούν ατομικά στους νέους τους ιδιοκτήτες. Οι καταλήψεις δεν παρείχαν μόνο γη και δουλειά, αλλά και ένα δημοκρατικό φόρουμ όπου συζητήθηκε συνολικά η μελλοντική πορεία της κοινωνίας. Έως ότου οι εκτάσεις αυτές ανακαταλήφθηκαν από τις δυνάμεις του στρατηγού Φράνκο (Franco), που έσφαξαν τους αγρότες και τους αριστερούς τους ηγέτες.
3. «Ιπτάμενες» πικετοφορίες και καθιστικές διαμαρτυρίες
Στις Ηνωμένες Πολιτείες οι εργατικοί αγώνες ανέκαθεν ακολουθούσαν ένα συγκρουσιακό σχήμα, εν πολλοίς λόγω της κατά μέτωπον σύγκρουσης μεταξύ κυβέρνησης και εργατών, τουλάχιστον ως την εποχή του «νιου ντιλ». Κατά την διάρκεια της μεγάλης ύφεσης, ένα κύμα εργατικών αγώνων κατόρθωσε για πρώτη φορά να κερδίσει πλατιά λαϊκή απήχηση και να παράγει φιλεργατικούς θεσμούς και νόμους.
Ανοργάνωτοι εργάτες σε υφαντουργεία και μεταλλεία, πληττόμενοι σφοδρά από την ύφεση αλλά και ενθαρρυμένοι από τις υποσχέσεις του Φραγκλίνου Ρούσβελτ (Franklin Roosevelt) πως θα μεριμνούσε υπέρ των εργατών, ξεκίνησαν μια απέλπιδα σειρά αγώνων κατά των απολύσεων και των μισθολογικών περικοπών. Αλλά προκειμένου να κερδίσουν, υποχρεώθηκαν σύντομα να επιλέξουν δυναμικές και βίαιες μορφές αγώνα, αντιδρώντας στην οργανωμένη βία των απεργοσπαστών και της αστυνομίας, αλλά και την επιβολή του στρατιωτικού νόμου σε ορισμένες πολιτείες.
Έτσι δημιουργήθηκαν οι «ιπτάμενες μεραρχίες» διαδηλωτών, που κατά την διάρκεια της απεργίας των υφαντουργών του 1934 πήγαιναν από πόλη σε πόλη προκειμένου να παρακινήσουν τους εργαζόμενους να τους συμπαρασταθούν. Αυτή η τακτική είχε ιδιαίτερη σημασία, διότι συχνά οι εργαζόμενοι απασχολούνταν σε μικρομεσαίες μονάδες με λίγους εργαζόμενους η καθεμιά, και μεμονωμένα δεν διέθεταν μεγάλη διαπραγματευτική ισχύ. Εξίσου σημαντική ήταν η εξάπλωση των καθιστικών διαμαρτυριών σε χαλυβουργεία και αυτοκινητοβιομηχανίες: μια ομάδα εργαζομένων απλά επέλεγε ένα στρατηγικό σημείο στην επιχείρηση και καθόταν εκεί, παρενοχλώντας την παραγωγή. Ήταν μια αποτελεσματικότατη μορφή διαμαρτυρίας που επίσης ήταν λιγότερο βίαιη σε σχέση με άλλες, με αποτέλεσμα να αξιοποιηθεί αργότερα από αγωνιστές υπέρ των πολιτικών δικαιωμάτων ή κατά του πολέμου του Βιετνάμ.
4. Κατεδάφιση ανεπιθύμητων επιχειρήσεων
Η αλυσίδα ταχυφαγείων «Μακ Ντόναλντ» έγινε θετικά δεκτή στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες και κανείς δεν διαμαρτυρήθηκε όταν άρχισε να επεκτείνεται στην γηραιά ήπειρο, τη δεκαετία του ’70. Αλλά τα πράγματα στην Γαλλία ήταν ανέκαθεν διαφορετικά, καθώς εκεί ήταν διαδεδομένη στην κοινή γνώμη η απέχθεια για την αμερικανική διατροφή («malbouffe»). Η προσπάθεια της αλυσίδας να ανοίξει ένα υποκατάστημα στο Μιλό το 1999 προκάλεσε το ενδιαφέρον του Ζοζέ Μποβέ (José Bové) ενός αγροτοσυνδικαλιστή, μέλους της «αγροτικής συνομοσπονδίας». Πριν καν αποπερατωθεί το νέο κατάστημα, ο Μποβέ και οι υποστηρικτές του το επισκέφτηκαν και άρχισαν να το κατεδαφίζουν, τούβλο-τούβλο.
Παρόμοιες δράσεις είναι φυσικά σε μεγάλο βαθμό συμβολικές. Αλλά ο Μποβέ ξεκίνησε μια σειρά ανάλογων διαμαρτυριών κατά της παρουσίας ταχυφαγείων ή επιχειρήσεων που εμπορεύονταν μεταλλαγμένα προϊόντα, που εισέρεαν τότε στην γαλλική αγορά. Οι δράσεις αυτές έφεραν στο προσκήνιο, πέραν του Μποβέ, μια ολόκληρη νέα γενιά ακτιβιστών αγροτών, που αποτέλεσαν μια από τις βασικές συνιστώσες του αντικαπιταλιστικού κινήματος που αργότερα ενώθηκε στον αγώνα κατά της ευρωπαϊκής συνταγματικής συνθήκης και επέβαλε το «όχι» στο σχετικό δημοψήφισμα.
5. Άρνηση πληρωμής «κεφαλικού φόρου»
Η πιο δραματική στιγμή του αγώνα κατά του «κεφαλικού φόρου» ήταν πιθανότατα η σύγκρουση στο κέντρο του Λονδίνου μεταξύ της αστυνομίας και των διαδηλωτών μιας μεγαλειώδους συγκέντρωσης 200,000 ατόμων, την 31η Μαρτίου 1990. Σε αντίθεση με ό,τι συνήθως συμβαίνει, η αστυνομία έχασε. Αλλά η ήττα αυτή, όσο σημαντική κι αν ήταν σε συμβολικό επίπεδο, προήρθε από μια σειρά επιχειρησιακών της λαθών. Οι αρχές μπορεί να αιφνιδιάζονται μια στο τόσο, αλλά μαθαίνουν από τα λάθη τους και διορθώνουν την στρατηγική τους. Πολύ σημαντικότερο από παρόμοια τυχαία γεγονότα είναι να ενθαρρύνονται πιο μακρόβιες μορφές πολιτικής ανυπακοής.
Στην περίπτωση του «κεφαλικού φόρου» είχε αναπτυχθεί σε εθνικό επίπεδο ένα δίκτυο ομάδων που αντιδρούσαν στον φόρο, αρνούμενες να τον καταβάλουν. Στις ομάδες αυτές συμμετείχαν άνθρωποι που ήταν συνήθως απομονωμένοι ή πολιτικά αδρανείς. Στρατηγική τους ήταν η διαρκής αντίσταση: αρνούνταν να απογραφούν στους φορολογικούς καταλόγους, προσέφευγαν κατά της νομιμότητας του φόρου από τα δημοτικά τους συμβούλια (μπλοκάροντας το δικαστικό σύστημα) και τελικά αρνούνταν να καταβάλουν τον φόρο. Η στρατηγική αυτή στέφθηκε από απόλυτη επιτυχία. Η συλλογή της φορολογίας αποδείχθηκε ανέφικτη και η κοινωνία πολώθηκε, πράγμα εξαιρετικά επιζήμιο για τους κυβερνώντες Συντηρητικούς που αναγκάστηκαν να ανατρέψουν την ηγέτιδά τους και να μην επιμείνουν στην καταβολή του φόρου.
Σε όλα τα παραπάνω παραδείγματα, το σημαντικό δεν είναι αν οι διαμαρτυρίες είναι βίαιες ή μη βίαιες, ούτε αν είναι νόμιμες ή παράνομες. Το σημαντικό είναι αν ενοχλούν αρκετά. Τα λαϊκά κινήματα ακολουθούν τον δρόμο της πολιτικής ανυπακοής όποτε συνειδητοποιούν πόσο εξαρτάται η ομαλή λειτουργία της κοινωνίας από την συνεργασία τους. Τότε παύουν να συνεργάζονται και παρενοχλούν σκόπιμα την ομαλή κοινωνική λειτουργία. Οι πολιτικοί τρέχουν και δεν φτάνουν -κι έτσι επιτελείται η κοινωνική πρόοδος.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου